17.7.09

Ασώματος




Ξύπνησες νωρίς, πριν τα όνειρά μου φύγουν
Τον ήχο που τα βλέφαρά σου κάνουν σαν ανοίγουν
Δεν άκουσα και άφησα μια ανάσα να χαθεί
Σαν κάρφωσες το βλέμμα στο ταβάνι
Τις ατέλειες στο γύψο να μετρήσεις
Για μια ακόμα φορά μη χαθεί η αρμονία τάχα
Σήκωσες το αριστερό σου χέρι
Μα δεν έφτασες τον κόσμο

Στο κρεβάτι ανακάθισες, πριν ότι λείπεις αισθανθώ
Στο ίδιο σημείο που εχτές ένα είχαμε γίνει
Δεν άκουσα και άφησα ένα όνειρο να τελειώσει
Σαν κάρφωσες το βλέμμα στο πάτωμα
Τα γδαρμένα σανίδια να μετρήσεις
Για μια ακόμα φορά μη λείπει ούτε ένα τάχα
Κατέβασες το δεξί σου χέρι
Μα δεν έφτασες τους ανθρώπους

Στον καθρέφτη σηκώθηκες και στήθηκες πριν ξυπνήσω και σε πιάσω
Τα μαύρα ρούχα της δουλειάς σαν πάντα φόρεσες
Δεν άκουσα και άφησα τον ιδρώτα μου να στάζει
Σαν κάρφωσες το βλέμμα στον καθρέφτη μου
Το σώμα σου που έλειπε να μετρήσεις
Για μια φορά ακόμα, μήπως και το βρεις
Πίσω από το είδωλο στύλωσες τα μάτια σου,
Μα δεν κοίταξες εμένα…..
…Είχα ξυπνήσει!

Αποκλειστικά και μόνο από την φωτό του Χρήστου.

16-07-2009 HighSpeed 5, Nάξος- Πειραιάς

The_mars_volta-with_twilight_as_my_guide

10.7.09

Νάρκισσος



Μαγνήτης, χώρος για τίποτα άλλο
Ούτε καν για τον ήλιο
Ούτε σχεδόν για τον αέρα
Γδύθηκες άλλη μια μέρα
Αποφάσισες εσύ για εμένα

Περιέργεια, ανάσα πάνω στην άμμο
Από τις σκιές ένα βήμα μακριά
Σκιά και συ χωρίς μια ρίζα
Με μια κηλίδα λευκή στη μέση
Που αντανακλάει τους ανείπωτους πόθους

Θαυμασμός, καθρέφτης που παραμορφώνει
Κλειδώνει το σώμα σου μέσα σου
Φτύνοντας μονάχα τα άκρα
Δώρο για τα αδηφάγα μάτια
Που το λυρισμό παρατήσανε για τις φτηνές τις ηδονές

Αναλαμπή, στον πόνο απέναντι
Κλείνονται οι χαιρέκακες μικρές σου κόρες
Αστράφτουν και γυρνούν ανάποδα
Στου έρμου περαστικού την κακουχία
Βρήκες της ζωής σου το σκοπό

Επανάληψη, χρωστάς παντού μα δεν πληρώνεις
Βρίθεις από κενό απέραντο
Κι όμως ο πλούτος που η διαιώνιση σου χάρισε
Δε λέει από πάνω σου να αποτιναχτεί
Γαντζώνεται από της μοίρας το γκρεμό

Ακρότητες, μέχρι το τελευταίο εκατοστό
Έξω από το νερό ανάσες καθώς γυρεύεις
Δεν έχεις τη συναίσθηση πως στα ρηχά παλεύεις
Γυρνάς, παλεύεις μα δε δέχεσαι
Από τους ήρωες κανείς τους να σε σώσει

Ελευθερία, γεμίζει το ήδη γεμάτο στήθος σου
Σε τούτου του μικρόκοσμου τη σάπια ανωνυμία
Το δέρμα σου αλλάζεις σα μαύρο ερπετό
Σα χαμαιλέοντας αστείος και χαλασμένος
Χώνεσαι μέσα στην άμμο να σωθείς

Ανάκληση, ξανά στο ίδιο που παράτησες
Πίσω στις σακούλες τις πλαστικές και τα φθηνά προϊόντα
Να προμοτάρεις ήρθες και όχι να προωθηθείς
Δεν είχε νόημα ούτε μια ανάσα τελικά
Το βράδυ θα χαμογελάς με το ίδιο προσωπείο.

10-07-09 Πάρος, από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου.

Crippled Black Phoenix- Whissendine